οιωνόβοτος

οιωνόβοτος
οἰωνόβοτος, -ον (Α)
οιωνόβρωτος*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰωνός + -βοτός (< βόσκω), πρβλ. ιππό-βοτος, μηλό-βοτος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • οιωνός — Σημείο της θέλησης των θεών στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους, από την οποία αυτοί εξαρτούσαν κάθε σημαντική δράση. Για να αντιληφθούν τη θεϊκή θέληση βασίζονταν κυρίως στο πέταγμα και στις φωνές των πουλιών (οιωνών), όπως για παράδειγμα ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”